Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2021

Το Ίδρυμα που κηρύσσει τον "πόλεμο" στο Facebook για την "πλύση εγκεφάλου" που κάνει στους εφήβους

 


Του Gerald Posner

Την ώρα που το Facebook μεταμορφώνεται σε μια εταιρική πινιάτα, που προκαλεί ολοένα και περισσότερο τον αποτροπιασμό λόγω της φαινομενικής αδιαφορίας του για την αλήθεια, τη δημοκρατία και την αυτοεκτίμηση των κοριτσιών, ο Jim Winston, γιος του εκλιπόντα ιδρυτή ενός μεγάλου οικογενειακού ιδρύματος, ξεκινά μεθοδικά έναν "πόλεμο”, σε πολλαπλά μέτωπα, ενάντια στον κολοσσό κοινωνικής δικτύωσης, εστιάζοντας στις επιπτώσεις που έχουν αυτού του είδους οι πλατφόρμες στον εγκέφαλο των εφήβων.

Ο πατέρας του Winston "έχτισε” από το μηδέν μια σημαντική περιουσία μέσω ακινήτων και επενδύσεων, την οποία άφησε σχεδόν όλη, μετά τον θάνατό του, σε ένα οικογενειακό ίδρυμα που διαθέτει σήμερα περιουσιακά στοιχεία άνω των 100 εκατ. δολαρίων. Το ίδρυμα διευθύνεται από ένα πενταμελές συμβούλιο που απαρτίζουν μέλης της οικογένειας Winston και συγκεκριμένα ο ίδιος, η αδελφή του και τρία εξαδέλφια τους. Ωστόσο, ο Winston, πατέρας μονογονεϊκής οικογένειας με δύο παιδιά και ψυχολόγος στο επάγγελμα, είναι αυτός που πρωτοστατεί στη "μάχη” κατά του Facebook και άλλων κολοσσών κοινωνικής δικτύωσης. 

Μέσω του ιδρύματος έχει ήδη δωρίσει πολλά εκατομμύρια δολάρια, με την υπόσχεση μάλιστα ότι αυτά είναι μόνο η αρχή της στήριξής του προς μια σειρά νέων πρωτοβουλιών στα γυμνάσια, τα πανεπιστήμια και στα μέσα ενημέρωσης, που έχουν στόχο να "πολεμήσουν” τον αντίκτυπο που έχουν αυτές οι εφαρμογές κοινωνικής δικτύωσης.

"Μετά τα πρώτα χρόνια της ζωής μας, η εφηβεία είναι η δεύτερη κρισιμότερη περίοδος για την ανάπτυξη του εγκεφάλου”, λέει ο Winston, μιλώντας για πρώτη φορά για τη νέα "εκστρατεία” του. "Όταν η ανάγκη για κοινωνική σύνδεση είναι τόσο ισχυρή όσο το ένστικτο της πείνας. Τα παιδιά δεν είναι σε θέση να διαχειριστούν την ψηφιακή υπερδιέγερση. Οι εταιρείες κοινωνικής δικτύωσης το γνωρίζουν αυτό και το έχουν κάνει ‘οπλο’ τους. Εκμεταλλεύονται αυτήν την αδυναμία για να κρατήσουν τα παιδιά κολλημένα στις οθόνες και τις εφαρμογές τους”, επισημαίνει. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Ο Winston αντιμάχεται, λοιπόν, τους κολοσσούς κοινωνικής δικτύωσης με πολλούς τρόπους. Πρώτον, σε θεωρητικό επίπεδο, αφού συνέβαλε στη χρηματοδότηση ενός ολόκληρου προγράμματος σπουδών με θέμα "Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η τεχνολογία και ο εφηβικός εγκέφαλος”, στο Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας στο Τσάπελ Χιλ, όπου φοίτησε και ο ίδιος. Δεύτερον, το ίδρυμα σχεδιάζει να δημιουργήσει έναν τροποποιημένο κύκλο μαθημάτων από κοινού με το Πανεπιστήμιο γι’ αυτούς που θεωρούν ότι αποτελούν την πιο ευάλωτη κατηγορία: τους μαθητές γυμνασίου. Τις δύο αυτές πρωτοβουλίες θα "γεφυρώσει” σύντομα ένα "Εγχειρίδιο για τη χρήση των ψηφιακών μέσων και την ψυχική υγεία των εφήβων”, 660 σελίδων.

Στη συνέχεια, ο Winston σκοπεύει να προσελκύσει στη "μάχη” το ευρύτερο κοινό μέσω μιας σειράς ντοκιμαντέρ που έχουν σχεδιαστεί ώστε να διευρύνουν ακόμη περισσότερο τον αντίκτυπο του επιτυχημένου ντοκιμαντέρ "Το κοινωνικό δίλημμα” (The Social Dilemma) -με τον προσωρινό τίτλο "Το δίλημμα του γονιού” (The Parent Dilemma)- καθώς και ιστοτόπων που παρέχουν πρόσβαση στα τελευταία επιστημονικά δεδομένα, σε βοηθήματα για εκπαιδευτικούς και πόρους αυτο-βοήθειας για γονείς και μαθητές. 

Από εκεί και πέρα, σκοπεύει να επεκτείνει την ενημερωτική πλατφόρμα μέχρι και την πρώτη τάξη του δημοτικού, όταν πολλά παιδιά ξεκινούν να χρησιμοποιούν ενεργά κινητά τηλέφωνα, είτε των γονιών τους είτε δικά τους. Ο Winston περιμένει ότι το Facebook, έχοντας δισεκατομμύρια δολάρια ρευστότητας, θα αντεπιτεθεί επιθετικά. Αλλά θεωρεί πολύ πιθανό οι γονείς και τα παιδιά να αγκαλιάσουν την επιστήμη, που ο ίδιος βοηθά να χρηματοδοτηθεί.

Το έναυσμα

Η "μάχη” αυτή δεν ήταν μια μάχη που περίμενε ότι θα χρειαστεί να δώσει. Αφού ολοκλήρωσε τις σπουδές τους στα Πανεπιστήμια της Οξφόρδης και της Βόρειας Καρολίνας, εργάστηκε για ένα διάστημα με τοξικομανείς σε ένα ομοσπονδιακό σωφρονιστικό ίδρυμα, στη συνέχεια ως εργασιακός ψυχολόγος και αργότερα ως κλινικός επόπτης σε ένα πρόγραμμα θεραπείας εφήβων σεξουαλικών παραβατών, πριν ανοίξει το ιδιωτικό ιατρείο του στο Μαϊάμι Μπιτς.

Σε όλη αυτήν την πορεία του, όμως, συνέχισε να "σκοντάφτει’ στους κινδύνους που ενέχει η εποχή της υπερσυνδεσιμότητας για το μυαλό των νέων.

"Έχω σημαντική κλινική εμπειρία όσον αφορά τον εθισμό”, λέει. Πριν από έξι χρόνια, όταν συνόδευε τον μεγαλύτερο γιό του στο σχολείο, παρατηρούσε ότι οι "οι μεγαλύτεροι μαθητές δεν έπαιρναν ποτέ τα μάτια τους από τα τηλέφωνά τους. Ακόμη κι όταν έπεφταν πάνω μου, δεν έριχναν ούτε καν μια ματιά. Ήταν ‘όμηροι’ των συσκευών τους”, σημειώνει. 

Άλλοι γονείς μπορεί να θεωρούσαν αυτό το γεγονός απλώς ως πτυχή της ανατροφής των παιδιών στον 21ο αιώνα, αλλά ο Winston, λόγω της εργασιακής εμπειρίας του ως γιατρός, είδε την απειλή. Πιστεύει ότι ο εγκέφαλος των εφήβων είναι ιδιαίτερα ευάλωτος στην ψηφιακή υπερδιέγερση και ότι η εκτεταμένη χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης θα οδηγήσει εκατομμύρια παιδιά να "παλεύουν” με χρόνια προβλήματα συναισθηματικής υγείας, θέματα οικειότητας και σεξουαλικότητας, καθώς και ελλιπούς κριτικής σκέψης και κοινωνικής δεξιότητας.

Ο Winston δεν διαθέτει λογαριασμούς σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Η δε έρευνά του βασιζόταν στην τακτική της παλιάς σχολής, με εκτυπώσεις εκατοντάδων σελίδων ακαδημαϊκών και ψυχολογικών μελετών. "Μεγάλο μέρος της βιβλιογραφίας αφορούσε τους κινδύνους της εξάρτησης”, θυμάται, "αλλά δεν υπήρχε ένα συνολικό πλαίσιο, τίποτε που να εμφυσεί την επιστήμη στην πραγματικότητα”.

Επικοινώνησε με ερευνητές και συγγραφείς, όπως με την καθηγήτρια Ψυχολογίας Jean Twenge (συγγραφέα του βιβλίου "Η γενιά του internet” - iGen) και τον Nicholas Carr (συγγραφέα του βιβλίου "Σε αβαθή ύδατα: Τι κάνει το ίντερνετ στο μυαλό μας” - The Shallows: What the Internet is Doing To Our Brains). Το οικογενειακό ίδρυμα του Winston κάλυψε τα έξοδα ώστε ο Carr να πάει στο Μαϊάμι Μπιτς και να μιλήσει στο σχολείο των γιων του για τους "εμφανείς κινδύνους των συσκευών στις οποίες ήταν τόσο προσκολλημένοι”.

"Αυτή η συζήτηση με έκανε να συνειδητοποιήσω τι έλειπε”, λέει ο Winston. "Δεν υπήρχε κανένα ακαδημαϊκό μάθημα που να αντιμετωπίζει αυτά τα ζητήματα. Κανείς δεν μιλούσε στους μαθητές ή στους γονείς τους”.

Η σύμπραξη με το Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας

Τον Ιανουάριο του 2019, κατά τη διάρκεια ενός δείπνου στο ξενοδοχείο Betsy στο Μαϊάμι Μπιτς, ο Winston πρότεινε την ιδέα του, για την δημιουργία ενός σχετικού προγράμματος σπουδών, στον Kevin Guskiewicz, νευροεπιστήμονα και ακαδημαϊκό του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας, κοσμήτορα της Σχολής Τεχνών και Επιστημών (τον επόμενο μήνα, ο Guskiewicz ορίστηκε προσωρινός πρύτανης του Πανεπιστημίου, θέση που έλαβε μόνιμα τον Δεκέμβριο του 2019). Ο Winston θεώρησε ότι υπήρχαν συνέργειες από τον συνδυασμό της μεγάλης κλινικής εμπειρίας του στη θεραπεία ασθενών με την ακαδημαϊκή έρευνα και εστίαση ενός πανεπιστημιακού τμήματος ψυχολογίας.

"Δεν ήταν μια τυχαία παρατήρηση, αλλά μια ιδέα που βασιζόταν σε δεδομένα”, δήλωσε ο Guskiewicz στο Forbes. "Ήξερε ότι χρειάζονταν περισσότερες μελέτες και ενθουσιάστηκα που μπορούσαμε να αναπτύξουμε αυτήν την ιδέα”.

Το Πανεπιστήμιο όρισε τον Mitch Prinstein ως έναν από τους πρώτους ακαδημαϊκούς που ηγήθηκαν των νέων προγραμμάτων σπουδών που χρηματοδότησε ο Winston. Ο Prinstein είναι ο επιστημονικός υπεύθυνος της Αμερικανικής Ένωσης Ψυχολογίας και μέλος της ομάδας Διακεκριμένων Καθηγητών John Van Seters στην Ψυχολογία και τις Νευροεπιστήμες του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας. Στο πλευρό του είχε, επίσης, την Eva Telzer, αναπληρώτρια καθηγήτρια, η οποία θεωρείται ανερχόμενο "αστέρι” στον κλάδο της ψυχολογίας χάρη στην έρευνά της για το πώς οι οι κοινωνικές και πολιτιστικές διαδικασίες διαμορφώνουν την ανάπτυξη του εγκεφάλου των εφήβων. Η χρηματοδότηση του Winston επέτρεψε στο Πανεπιστήμιο να προσλάβει επίσης τη νεοδιορισθείσα καθηγήτρια Rosa Li, καθώς και δύο μεταπτυχιακούς φοιτητές και δύο μεταδιδακτορικούς ερευνητές.

"Η επιχορήγηση του Winston ήταν σημαντική”, λέει η Telzer στο Forbes. "Μελετούσα την ανάπτυξη του εγκεφάλου των εφήβων από το σχολείο. Και παρότι ο Mitch [Prinstein] έχει μελετήσει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τις επιδράσεις στην υγεία και την ευημερία των εφήβων, δεν έχει γίνει έρευνα για τις βιολογικές επιδράσεις στον εγκέφαλό τους”, σημειώνει.

Η ομάδα του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας έχει ξεκινήσει και έχει υπό εξέλιξη πολλές μελέτες, συμπεριλαμβανομένης μιας, η πρώτη στο είδος της, στο πλαίσιο της οποίας παρακολουθεί μια ομάδα εφήβων και την χρήση ψηφιακών μέσων που κάνουν για πέντε χρόνια, αρχής γενομένης από την έκτη τάξη του δημοτικού.

"Δεν νομίζω ότι οι περισσότεροι γονείς συνειδητοποιούν τις βαθιές αλλαγές που επιφέρουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στον εγκέφαλο των εφήβων”, προσθέτει ο Prinstein. "Θα έπρεπε να τρομοκρατεί τους γονείς. Δεν ξέρω τι με φοβίζει περισσότερο, η επιστήμη για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τις επιπτώσεις τους στον εγκέφαλο των εφήβων ή όταν γυρίζω σπίτι και βλέπω τα δικά μου παιδιά να μεγαλώνουν σε έναν κόσμο που κυριαρχείται από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης”, σημειώνει.

Αυτό που τρομάζει τον Prinstein είναι το γεγονός ότι ο εφηβικός εγκέφαλος είναι ιδιαίτερα επιδεκτικός στα μέσα κοινωνικης δικτύωσης. Οι εφηβικές ορμόνες επηρεάζουν τον εγκέφαλο ένα ή δύο χρόνια πριν γίνουν εμφανείς οι φυσικές αλλαγές στο σώμα τους. Αυτές οι ορμόνες πλημμυρίζουν τον νεαρό εγκέφαλο με νευροδιαβιβαστές που είναι υπεύθυνοι για την ευφορία (ντοπαμίνη) και την ανάγκη για κοινωνικές αλληλεπιδράσεις και αποδοχή (ωκυτοκίνη).

"Τα κέντρα ανταμοιβής του εγκεφάλου είναι πολύ πιο ενεργά στα παιδιά από ό,τι στους ενήλικες”, λέει η Telzer.

Τα δίκτυα κοινωνικοποίησης έχουν εξελιχθεί σε μια 24/7 ποσοτικοποιήσιμη μέτρηση της αυτοεκτίμησης των εφήβων. Παρότι ο ψηφιακός κόσμος πανηγυρίζει γι’ αυτές τις μετρήσεις, τα νευρωνικά κυκλώματα ανταμοιβής ντοπαμίνης στον εγκέφαλο των εφήβων "υπερφορτίζονται” και συχνά "καίγονται”. Σε μια μελέτη, για παράδειγμα, οι μαγνητικές τομογραφίες δείχνουν ότι η περιοχή του εγκεφάλου (κοιλιακό ραβδωτό σώμα), που παρακολουθεί την ικανοποίηση από την ανταμοιβή, ενεργοποιείται πολύ περισσότερο στους εφήβους παρά στα παιδιά ή στους ενήλικες.

"Το πρόβλημα με αυτό”, λέει ο Prinstein στο Forbes, "είναι ότι οι έφηβοι δεν έχουν τον πλήρη έλεγχο του μετωπιαίου φλοιού τους, την περιοχή του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνη, μεταξύ άλλων, για την κοινωνική αλληλεπίδραση και τον έλεγχο των παλμών. Αυτό σημαίνει ότι όσον αφορά τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, είναι πολύ πιο επιρρεπείς στην ανάληψη κινδύνου και στην επιρροή από συνομηλίκους. Όλα τα πεντάλ είναι γκάζι και δεν υπάρχει φρένο”.

Ο εθισμός και η εκμετάλλευσή του από τα social media

"Η τεχνολογία, και ειδικότερα ένα μέσο κοινωνικής δικτύωσης”, προσθέτει ο Winston, "αναλαμβάνει τον έλεγχο του υγιούς συστήματος ‘καλωδίωσης’ του εγκεφάλου μας με καταστροφικές συνέπειες. Τα "likes” των μέσων κοινωνικής δικτύωσης πυροδοτούν την ίδια περιοχή του εγκεφάλου με τα ναρκωτικά και το αλκοόλ, πλημμυρίζοντας την με την προσμονή (ντοπαμίνη) ενός ακόμη "hit”. Εξαλείφει το εύρος της προσοχής. Ένας παιδί που γεννιέται σήμερα και μεγάλωσε κατά κύριο λόγο μέσα στις συσκευές θα είναι νευροβιολογικά ανίκανο να διαβάσει το ‘Πόλεμος και Ειρήνη’ ως ενήλικας. Όχι από τεμπελιά ή έλλειψη κινήτρου. Θα είναι ανίκανο”, προσθέτει.

"Σε έναν εφηβικό εγκέφαλο, όλα αυτά προκαλούν ευφορία”, λέει ο Prinstein. "Στη συνέχεια, ένα διπλανό τμήμα του εγκεφάλου, πιο πρωτόγονο, με ένστικτα που δεν ελέγχονται, λέει: θέλω κι άλλο”, προσθέτει.

Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας δεν είναι οι μόνοι που αντιλαμβάνονται ότι ο εφηβικός εγκέφαλος υφίσταται ραγδαίες αλλαγές και είναι υπερευαίσθητος στις ανταμοιβές και την επιρροή των συνομηλίκων. "Οι εταιρείες μέσων κοινωνικής δικτύωσης γνωρίζουν αυτήν την έρευνα”, λέει η Telzer. "Προσλαμβάνουν διδάκτορες που έχουν μελετήσει τον τομέα αυτό και χρησιμοποιούν τις πληροφορίες για να κάνουν τις πλατφόρμες τους πιο εθιστικές και να εκθέσουν τους εφήβους στις αποκλίνουσες νόρμες συνομηλίκων και στην συνεχή ανατροφοδότηση από συνομηλίκους”, προσθέτει η καθηγήτρια.

"Είναι ο ίδιος μηχανισμός όπως και στην εξάρτηση από τη χρήση ουσιών”, λέει ο Prinstein. "Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν αλώσει αυτήν τη διαδικασία. Είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας όπου εκτιμάται περισσότερο τo κοινωνικό status (κοινωνική απήχηση) από τη δημοφιλία”, σημειώνει.

Η δύναμη της εκπαίδευσης

Το πρόγραμμα σπουδών που σχεδίασαν οι Prinstein και Telzer πέρασε το "πρώτο τεστ” όσον αφορά τις προτιμήσεις των μαθητών το 2020. Οι 320 θέσεις του πρώτου κύκλου μαθημάτων συμπληρώθηκαν μέσα σε λίγα λεπτά από τη στιγμή που αναρτήθηκε στο διαδίκτυο. Μέχρι το τέλος του εξαμήνου, πολλοί σπουδαστές ορκίζονταν ότι είχαν μειώσει τον χρόνο που σπαταλούν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μια ομάδα σπουδαστών ξεκίνησε τον κύκλο μαθημάτων Students for Humane Technology Use, με την Telzer ως ακαδημαϊκό σύμβουλο.

"Το μόνο που είπαν σχεδόν όλοι όταν ολοκλήρωσαν”, θυμάται ο Prinstein, "ήταν: δεν θα επέτρεπα ποτέ τα παιδιά μου να έχουν τηλέφωνο στην ηλικία που έδωσαν σε μένα οι γονείς μου”.

Ούτε ο Winston ούτε ο Prinstein έχουν επιτρέψει στα παιδιά τους, ηλικίας από 9 έως 13 ετών, να έχουν τηλέφωνο ή λογαριασμό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αναγνωρίζουν, ωστόσο, ότι αποτελούν μια μικρή μειοψηφία. Πολλοί γονείς τρομοκρατούνται από όλα αυτά που δεν γνωρίζουν για τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και αυτό δημιουργεί προβλήματα στο να μιλήσουν στα παιδιά τους για αυτά. Άλλοι χρησιμοποιούν tablet, τηλέφωνα και μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως "ψηφιακή μπέιμπι σίτερ” και μάλιστα χωρίς επίβλεψη

"Κανένας γονιός 10χρονου δεν θα άφηνε εν γνώσει του το παιδί του να παρακολουθεί βία ή πορνό”, λέει ο Winston. "Θα κατανοούσαν διαισθητικά ότι τα παιδιά τους, αναπτυξιακά δεν είναι σε θέση να ενσωματώσουν τις υπερδιεγερτικές επιδράσεις. Η χρόνια συμμετοχή στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης προκαλεί ένα παρόμοιο νευροβιολογικό φαινόμενο”.

Ο Prinstein είναι "βέβαιος ότι είμαστε στην πρώτη γραμμή ενός κινήματος για την προειδοποίηση γονέων και παιδιών”. 

Το Facebook δεν προέβη σε κανένα σχόλιο όταν το Forbes απευθύνθηκε στον κολοσσό της κοινωνικής δικτύωσης ζητώντας του να τοποθετηθεί όσον αφορά τις μελέτες του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας που χρηματοδοτούνται από τον Winston και ορισμένα από τα προκαταρκτικά ευρήματά τους. Αντίθετα, το Γραφείο Τύπου του Facebook προώθησε τρεις μελέτες και τρία άρθρα που αμφισβητούν εάν υπάρχουν συγκεκριμένα στοιχεία που δείχνουν ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι επικίνδυνα για τους εφήβους. "Η επιστήμη παρακολουθεί”, λέει ο Pristein στο Forbes. Η ομάδα του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας πιστεύει ότι η εν εξελίξει έρευνα και άλλες μελέτες που σχεδιάζουν, θα παράσχουν τα καταλυτικά στοιχεία που λέει το Facebook ότι εκλείπουν.

"Σκέφτομαι παραλληλισμούς με την καπνοβιομηχανία”, λέει η Telzer. "Ο κλάδος του καπνού λειτουργούσε χωρίς ρυθμιστικό πλαίσιο για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης επίσης δεν έχουν ρυθμιστικό πλαίσιο. Πιστεύω ότι η επιστημονική έρευνα, όπως η δική μας, θα αποτελέσει το έναυσμα για περισσότερη παρακολούθηση, εποπτεία και ρύθμιση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης με στόχο την προστασία των εφήβων”.

Οι πλατφόρμες του Facebook δεν είναι φυσικά τα μόνα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Το Snapchat και το TikTok είναι εξαιρετικά δημοφιλή στους εφήβους, ενώ το Facebook, παρότι "ναυαρχίδα”, οι περισσότεροι σε αυτήν την ηλικιακή ομάδα το βλέπουν με την "περιφρόνηση” που μπορεί να βλέπουν και την "αδιάφορη” υπηρεσία ηλεκτρονικού ταχυδρομείου της AOL που έχει ο Winston. Ωστόσο, το Instagram του Facebook παραμένει αγαπημένο των εφήβων. Και από άποψη πολιτικής και ρύθμισης, όπως κινείται το Facebook, με τον ίδιο τρόπο κινούνται και οι ομοειδείς του.

"Το είδος μας βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι”, προσθέτει ο Prinstein. "Καθοδηγείται από προϊόντα και ευκαιρίες κέρδους. Ακόμα και οι άνθρωποι που δημιούργησαν αυτές τις πλατφόρμες, τις είδαν να κινούνται σε δρόμους που δεν μπορούσαν ποτέ να φανταστούν. Σε 50 χρόνια, η κοινωνία θα αναρωτηθεί γιατί δεν κάναμε περισσότερα για να αλλάξουμε την πορεία την οποία τώρα ακολουθούμε”.

Διαβάστε ακόμη:

* Η Φράνσις Χάουγκεν "καίει" το Facebook ενώπιον του Κογκρέσου

* Πόσο επικίνδυνο είναι το Facebook;

Δεν υπάρχουν σχόλια: