Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, ο εκάστοτε υπουργός παιδείας, θεωρούσε το χαρτοφυλάκιο του «πεδίον δόξης λαμπρόν» για να εφαρμόσει νέους πειραματισμούς και να επιβάλει προσωπικές ιδεοληψίες, στην κατεύθυνση-κατά προτίμηση-αναίρεσης των πεπραγμένων του προηγούμενου.
Δεν υπήρξε ούτε μία φορά που να πέσει το βάρος στη βελτίωση της λειτουργίας της δημόσιας εκπαίδευσης. Εστω με τις υφιστάμενες δομές και προβλέψεις.
Η «αλλαγή» ήταν πάντα ένα είδος αυτοσκοπού. Αλλαγές στις εισαγωγικές
εξετάσεις, αλλαγές στον τρόπο εισαγωγής στα ανώτερα και ανώτατα
εκπαιδευτικά ιδρύματα, αλλαγές στην διδακτέα ύλη. Αποτέλεσμα; Η απόλυτη
σύγχυση και η…τέλεια ταλαιπωρία για γονείς και μαθητές. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ
- Η υπαρξιακή ανάγκη του εκάστοτε υπουργού να δώσει το «προσωπικό του στίγμα» στην εκπαίδευση, ανάλογα βέβαια και με την πολιτική ιδεολογία από την οποία εμφορείτο, οδηγούσε με μαθηματική ακρίβεια σε τραγελαφικές καταστάσεις. Και η ευθύνη των πρωθυπουργών που αφήνουν τους υφισταμένους τους να θεωρούν την παιδεία, προσωπικό τους τσιφλίκι, είναι ίσως ακόμη μεγαλύτερη.
Κανείς τους δεν σεβάστηκε μια βασική παραδοχή που είναι εν πολλοίς αυτονόητη: Οτι η εκπαίδευση των Ελληνόπουλων δεν ανήκει σε κόμματα, πρόσωπα και ιδεολογίες που άλλωστε έρχονται και παρέρχονται. Ανήκει στο έθνος, τις διαχρονικές αξίες του οποίου οφείλει να υπηρετεί, με σεβασμό στον ιδρώτα του Ελληνα φορολογούμενου.
Δυστυχώς αυτό το «ράβε ξήλωνε» συνεχίζεται και στις μέρες μας. Με μεγάλη υπερηφάνεια η υπουργός παιδείας ανακοίνωσε προ ημερών την απόφαση της να επαναφέρει τα λατινικά ως υποχρεωτικό μάθημα εξέτασης για την κατεύθυνση «Ανθρωπιστικών Σπουδών» στις πανελλαδικές εξετάσεις του 2022.
«Χωρίς να υπάρχει μεταβατικό στάδιο γι’ αυτούς που δεν τα έχουν διδαχθεί». Δηλαδή «αποφασίζομεν και διατάσσομεν», εις βάρος χιλιάδων παιδιών που απέτυχαν στις φετινές εξετάσεις και επιθυμούν να ξαναδοκιμάσουν τις δυνάμεις τους, φευ όμως, σε ένα μάθημα που ουδέποτε έχουν διδαχθεί!
Τα Λατινικά, λοιπόν, που είχε σπεύσει να καταργήσει ο ΣΥΡΙΖΑ αντικαθιστούν την Κοινωνιολογία, που για κάποιο λόγο η κυρία Κεραμέως, έκρινε αχρείαστη, για τους υποψήφιους φοιτητές με κατεύθυνση τις «Ανθρωπιστικές Σπουδές»(ότι μπορεί να σημαίνει αυτός ο ελληνικής επινόησης όρος που αναφέρεται κατά βάση στις κοινωνικές επιστήμες(social sciences) και αυτό που παλαιότερα αποκαλούσαμε «κλασσικές σπουδές»).
Δεν αμφιβάλλω πως όταν ο Φίλης εισήγαγε την Κοινωνιολογία ως υποχρεωτικό μάθημα κατεύθυνσης, είχε στο μυαλό του την…πάλη των τάξεων. Και όχι τα βασικά εφόδια γνώσεων που θα χρειαστούν οι απόφοιτοι για τους πανεπιστημιακούς κλάδους που θα επιλέξουν. Είπαμε, προσωπικά απωθημένα. Ωραία λοιπόν. Όμως η κυρία Κεραμέως και τα άλλα κορίτσια του υπουργείου τι ακριβώς είχαν στο μυαλό τους για να την καταργήσουν. Τον Βιργίλιο και τον Κικέρωνα;
Πάμε λοιπόν και στην ουσία: Για τον μελλοντικό ιστορικό, ψυχολόγο, ανθρωπολόγο, δημοσιογράφο, ακόμη και διπλωμάτη ή πολιτικό ποιες βασικές γνώσεις θα χρησίμευαν καλύτερα: Λατινικών ή Κοινωνιολογίας;
- Υπήρχε, ξέρετε, κάποτε η πεποίθηση ότι η διδασκαλία των Λατινικών χρησιμεύει ως εφαλτήριο, ένα είδος «προπαίδειας», για την εκμάθηση άλλων ευρωπαικών γλωσσών. Και να ίσχυε αυτό, έχει εν τοις πράγμασι καταργηθεί με την έλευση του διαδικτύου.
Τα παιδιά μαθαίνουν ξένες γλώσσες αλλιώς. Και εν πάσει περιπτώσει την βασική γλώσσα διεθνούς επικοινωνίας σε όλες τις επαγγελματικές κοινότητες, που είναι η αγγλική δεν την μαθαίνουν μέσω…Λατινικών! Την μαθαίνουν αυτόνομα στο σχολείο, την ακούν στην τηλεόραση, την ξεπατικώνουν μέσα από τα τραγούδια, την αναπαράγουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Τα αγγλικά, είναι σήμερα η κυρίαρχη γλώσσα της διεθνούς τραπεζικής, της πληροφορικής, των επιστημών, ακόμη και της διπλωματίας. Και κατά την προσωπική μου άποψη αυτά έπρεπε να αποτελούν μάθημα υποχρεωτικής εξέτασης, γιατί συνιστούν πραγματικό εφόδιο για την επαγγελματική ανέλιξη. Χωρίς επαρκή γνώση της συγκεκριμένης γλώσσας δεν πας πουθενά. Μεθαύριο το αντίστοιχο εργαλείο μπορεί να είναι τα Κινέζικα, αλλά μιλούμε για το σήμερα.
Για να μην παρεξηγηθώ, δεν θεωρώ ότι η ελληνική θεωρητική εκπαίδευση πρέπει να γίνει αγγλόφωνη, όπως κάποτε ονειρευόταν μία άλλη υπουργός παιδείας. Προέχει η εθνική μας γλώσσα στην σύγχρονη και την ιστορική της μορφή. Αυτή είναι η κληρονομιά μας, και βεβαίως, χωρίς καμία διάθεση σωβινισμού, ο πλούτος της αρχαίας ελληνικής παιδείας είναι ασυγκρίτως μεγαλύτερος από αυτόν της ρωμαικής.
Δεν θα κουράσω άλλο την κουβέντα με τα λατινικά και την κοινωνιολογία. Είναι όμως ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα του ατελείωτου «ράβε-ξήλωνε» που καταδυναστεύει την παιδεία μας προκαλώντας νευρική κρίση στους υποψηφίους.
Αν υπάρχει σήμερα «παραπαιδεία»(δεν μου αρέσει ο όρος γιατί αδικεί τους εξαιρετικούς εκπαιδευτικούς των φροντιστηρίων)αυτό οφείλεται στους αυτοσχεδιασμούς που αλλάζουν συνεχώς τους κανόνες του παιχνιδιού, κάνοντας τα παιδιά να χρειάζονται πρόσθετο «coaching» από αυτό που παρέχει το δημόσιο σχολείο.
Κλείνω λοιπόν με μερικά ερωτήματα: Γιατί πρέπει να αλλάζουν διαρκώς οι κανόνες εισαγωγής; Τα μαθήματα, η ύλη, οι «συντελεστές βαρύτητας» και όλα τα συναφή; Τόσο δύσκολο θα ήταν να συμφωνήσουν τα κόμματα σε ένα 15ετές πλαίσιο «κλειδωμένης μεθόδου» εισαγωγής υποψηφίων στα Πανεπιστήμια; Που να μην μπορεί να αλλάξει κανένας υπουργός, παρά μόνο με απόφαση πλειοψηφίας των 2/3 της βουλής; Εφόσον βέβαια προκύψει και αντικειμενική ανάγκη για μια τέτοια αλλαγή.
Τόσες και τόσες «επιτροπές σοφών» στήνουν οι ελληνικές κυβερνήσεις. Χάθηκε μια να προτείνει συγκεκριμένο «μοντέλο εισαγωγής» στο Πανεπιστήμιο; Η θα στεναχωρηθεί ο εκάστοτε υπουργός που δεν θα μπορεί να βάζει την…πινελιά του;
Νομίζουν σήμερα κάποιοι κοκορόμυαλοι ότι υποκαθιστώντας την Κοινωνιολογία με τα Λατινικά, «γράφουν ιστορία». Φοβούμαι ότι κανείς δεν γράφει ιστορία παρά μόνο διαιωνίζεται η εικόνα ενός κράτους ανίκανου, βαθειά πελατειακού και γελοίου, όπου ο κάθε υπουργός παιδείας κάνει του κεφαλιού του, χωρίς να σέβεται στο ελάχιστο, ούτε τους μαθητές, ούτε τους γονείς.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου