Panagiotis Sotiropoulos
Αναρωτήθηκε άραγε κανείς γιατί πληθαίνουν ανησυχητικά ομάδες που αμφισβητούν τον κυρίαρχο επιστημονικό λόγο, όπως αυτός διατυπώνεται και εγκολπώνεται από την πολιτική εξουσία; Οι αφοριστικές αντιδράσεις, οι μειωτικοί χαρακτηρισμοί και η προβολή ισχύος της αυθεντίας έναντι των κινημάτων αμφισβήτησης των μέτρων προστασίας από την επιδημία, δεν φαίνεται να κατασιγάζουν μια διάχυτη ανησυχία στην κοινωνία. Θα μπορούσε να ισχυρισθεί κάποιος πως μάλλον αντίθετο από το ποθούμενο αποτέλεσμα επιφέρουν. Είναι ενδεικτικές συμπτώματος αδυναμίας να συγκροτηθεί ένας πειστικός και ορθολογικά συγκροτημένος λόγος, ένα αξιόπιστο σχέδιο διαχείρισης, απέναντι σε δοξασίες και αντιλήψεις που αναμφίβολα θέτουν σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία. Στις αρές και στις ιδεοληπτικές εμμονές της μιας πλευράς, η αντιπαράθεση από την άλλη πλευρά, με τη στανική επιβολή μέτρων, αποδεικνύεται συχνά ατελέσφορη. Οι αρνητικές συμπεριφορές και οι αντιδράσεις είναι προβλέψιμες όταν η επιστημονική αυθεντία στην προπετή της επέλαση προβάλλει τις θέσεις της ως θέσφατα και κάθε αντίθετη άποψη ως ολετήρα.
Η επιστήμη αντιμετωπίζεται στις μέρες μας με ανάμικτα συναισθήματα φόβου και θαυμασμού. Ακόμη κι αν δεν ενοχοποιείται, όπως στην αντίληψη του πλατωνικού Πρωταγόρα που καταλογίζει στο παράπτωμα του Προμηθέα, δηλαδή στη γένεση της τεχνολογίας, την πτώση του ανθρώπινου γένους, ο σκεπτικισμός, για τα όρια και τις επιδράσεις της επιστήμης και της τεχνολογίας, είναι ευδιάκριτος. Μπορεί το τεχνολογικό υπόβαθρο να βελτιώνει τις συνθήκες ζωής των ανθρώπων, παράλληλα όμως η δύναμη και η χειραγώγηση της τεχνολογίας προκαλούν έντονη ανησυχία. Η φρενήρης τεχνολογική ανάπτυξη προσλαμβάνεται ως ένα παίγνιο που διαδραματίζεται ερήμην μας:
«Αυτός ο κόσμος διευθύνεται από ανθρώπους που ξέρουν πώς να κάνουν πράγματα. Ξέρουν πώς λειτουργούν τα πράγματα. Είναι εξοπλισμένοι. Εκεί, υπάρχει ένα στρώμα ανθρώπων που τρέχουν τα πάντα. Αλλά είμαστε απλώς ανίδεοι. Δεν καταλαβαίνουμε τι συμβαίνει και δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα.»
-Doris Lessing, στοThe Good Terrorist
Μέσα στον ορυμαγδό των δημοσιεύσεων με αφορμή την επιδημία, για να αξιολογήσουμε κριτικά την αντιπαράθεση, αρκεί μια ματιά σε κείμενα επιστημόνων που εκτιμούν ότι η «ανάλυσή τους» είναι ορθολογική, αντικειμενική και λογική, επιστημονικά έγκυρη, ενώ όσοι στέκονται επικριτικά απέναντί τους είναι παραπλανητικοί, προκατειλημμένοι ακόμη και συναισθηματικά ανισόρροποι. Ομόλογοι στην απαίτηση τους: αυτοί είναι οι εμπειρογνώμονες και το κοινό οφείλει απλώς να "συμμορφωθεί".
Την κυρίαρχη και δημοφιλή εικόνα των επιστημόνων, του αφοσιωμένου εργαστηριακού ερευνητή που αναζητά με πάθος την αλήθεια, υπονομεύει όλο και περισσότερο η καχυποψία εξαιτίας των σχέσεων εξάρτησης που συχνά δημιουργούνται. Σχέσεις οικονομικής συναλλαγής, πολιτικής δουλείας, συντεχνιακής αλληλεγγύης αλλά και ιδεολογικής μονομέρειας νοθεύουν ένα χώρο που συνιστά πλέον προνομιακό πεδίο διάρθρωσης εξουσιαστικών δομών. Προκειμένου να κατανοήσουμε τους χειρισμούς που ασκούνται σήμερα στο όνομα της επιστήμης, είναι επίσης απαραίτητο να κατανοήσουμε τις ιδιαίτερες συνήθειες και πρακτικές μιας συγκεκριμένης κατηγορίας εμπειρογνωμόνων που ειδικεύονται στη διαχείριση της ίδιας της αντίληψης - δηλαδή της βιομηχανίας δημοσίων σχέσεων.
Κάποιες φορές τα κίνητρα μπορεί να είναι «αγαθά»: οι πολίτες πρέπει να χειραγωγούνται όταν το δημόσιο συμφέρον το επιβάλλει. Πρακτικές ελέγχου και καταναγκαστικής προστασίας είναι απότοκος μιας αμοιβαίας καχυποψίας μεταξύ πολιτείας και τμήματος πολιτών. Κάθε πλευρά υποστηρίζει πως πίσω από πολιτικές και αντιδράσεις υποκρύπτονται σκοπιμότητες. Αυτό το τοξικό κλίμα δυσχεραίνει κάθε προσπάθεια έλλογης αντιμετώπισης κρίσεων και αλλαγής παιδείας διαχείρισης ή πρόσληψης από κάθε πλευρά.
Ο νευροεπιστήμονας Paul Zak στο βιβλίο του «Trust Factor: The Science of Creating High-Performance Companies» αναφέρει ότι οι έμφυτες εγκεφαλικές λειτουργίες δίνουν τις απαντήσεις στη διαχείριση του αντίστοιχου προβλήματος στο χώρο των επιχειρήσεων. Όλα βασίζονται στην οικοδόμηση μιας σχέσης εμπιστοσύνης. Όταν υπάρχει κλίμα εμπιστοσύνης, μια καλή αίσθηση οξυτοκίνης ξεκινά από τον εγκέφαλό σας και σας προκαλεί να ανταποκριθείτε. Αυτός ο απλός μηχανισμός δημιουργεί ένα διαρκή κύκλο οικοδόμησης εμπιστοσύνης - το κλειδί για την αλλαγή πεισματικών προτύπων στο χώρο εργασίας. Η σχέση εμπιστοσύνης παρακινεί τα άτομα να ενεργήσουν συνειδητά για την επίτευξη του κοινού στόχου. Είναι ζωτικής σημασίας, σύμφωνα με το φιλόσοφο Hermann Lübbe, οι άνθρωποι να αναπτύξουν εμπιστοσύνη σε ικανά άτομα και θεσμούς - έτσι ώστε οι δυσκολίες να μπορούν να ξεπεραστούν και να βρεθούν οι καλύτερες λύσεις. Παράλληλα η πίεση που δημιουργείται από την απώλεια εμπιστοσύνης στους εμπειρογνώμονες αποτελεί σοβαρή απειλή για την επιστήμη αλλά και για την κοινωνία. Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των πολιτών στην επιστημονική εμπειρογνωμοσύνη προϋποθέτει τη δημόσια κατανόηση της επιστήμης και μια ακηδεμόνευτη επιστημονική κοινότητα που αντιλαμβάνεται τα όρια και τη δικαιοδοσία της και αλληλοεπιδρά με το κοινωνικό σώμα.
Ας μην ξεχνάμε πως η ισχυρή απροσδόκητα αντίσταση που είχαν συγκροτήσει μεγάλες ομάδες ενάντια στη διάδοση και τη χρήση της πυρηνικής ενέργειας από τα μέσα της δεκαετίας του 1970, είχε αναμφίβολα σχέση με την αύξηση του ακαδημαϊκού και πολιτικού ενδιαφέροντος για τη στάση του κοινού έναντι των επιστημονικών και τεχνολογικών καινοτομιών και της υποκείμενης αντίληψης των κοινωνικών συνεπειών της τεχνολογικής ανάπτυξης.
Το πρόβλημα σχετικά με την κατανόηση ή την αποδοχή της επιστήμης και της τεχνολογίας επικεντρώνεται στο ζήτημα της εμπιστοσύνης στην αξία και τη χρησιμότητα της επιστημονικής έρευνας και των νέων τεχνολογιών. Αυτό το ζήτημα έχει συνδεθεί όλο και πιο στενά με το πρόβλημα της εμπιστοσύνης τόσο στους επιστημονικούς όσο και στους πολιτικούς θεσμούς. Εάν οι κίνδυνοι στους οποίους το κοινό αισθάνεται ότι εκτίθεται είναι αποτέλεσμα επιστημονικών ή πολιτικών αποφάσεων, τότε η εμπιστοσύνη του κοινού γίνεται ο βασικός, αλλά επισφαλής, πόρος της κοινωνίας.
Είναι επισφαλής επειδή οι ίδιοι οι εμπειρογνώμονες παράγουν αβεβαιότητα και επειδή η επιστήμη έχει τελικά λίγες απαντήσεις σε ερωτήσεις σχετικά με την σκοπιμότητα των κοινωνικά επιθυμητών στόχων. Η αξιοπιστία των θεσμών είναι βασικός όρος για την κατανόηση των μέτρων που προτείνονται. Όσο όμως η επιστήμη δυσκολεύεται να επικυρώσει θέσεις και μέτρα που συστήνονται, τα διαφανή και ανοιχτά μέσα επικοινωνίας και οι διαδικασίες λήψης αποφάσεων είναι θεμελιώδεις για την οικοδόμηση συναίνεσης.
Η εμπιστοσύνη δεν κερδίζεται ή χάνεται μέσα από επικοινωνιακές πολιτικές και την εμβέλειάς τους να κοινοποιούνται σε ευρύτερα τμήματα του πληθυσμού. Τέτοια ζητήματα δεν αντιμετωπίζονται στενά τεχνοκρατικά, αλλά θα πρέπει να συνυπολογίζουν τους κοινωνικά επιθυμητούς στόχους, τη δίκαιη κατανομή του κοινωνικού κόστους και των οφελών που προκύπτουν από αποφάσεις υψηλού ρίσκου αλλά και τη σκοπιμότητα ορισμένων επιστημονικών και τεχνολογικών λύσεων που προτείνονται .
* George Eliot, «Middlemarch»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου