New York Times
Θα ήθελα να σας μιλήσω για κάποια άρθρα που διάβασα και νομίζω πως εξηγούν τι συμβαίνει τώρα στην Αμερική. Το πρώτο ήταν στο περιοδικό Newsweek και είχε τίτλο «Είμαστε το Νο 11!». Μεταξύ 100 χωρών, οι ΗΠΑ δεν είναι ούτε καν στην πρώτη δεκάδα! Το δεύτερο άρθρο που θα μπορούσε να αποκαλείται «Γιατί είμαστε Νο 11» ήταν του Ρόμπερτ Σάμιουελσον, οικονομικού αναλυτή της εφημερίδας Washington Post. Γιατί, ρωτούσε, δαπανήσαμε τόσα χρήματα για τη μεταρρύθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος και δεν κάναμε τίποτε ουσιαστικό για να έχουν καλύτερη απόδοση οι μαθητές; Ισως, απαντούσε ο ίδιος, να μη φταίνε μόνον οι καθηγητές. «Η κύρια αιτία της αποτυχίας σχεδόν δεν αναφέρεται ποτέ, και είναι η έλλειψη κινήτρων των μαθητών» τόνιζε ο Σάμιουελσον, και προσέθετε ότι «σε τελική ανάλυση, οι μαθητές πρέπει να εργασθούν. Αν δεν έχουν κίνητρα, ακόμη και οι ικανοί καθηγητές θα αποτύχουν. Σε σχετική δημοσκόπηση του 2008 μεταξύ καθηγητών της μέσης εκπαίδευσης, το 21% κατέταξε τις απουσίες των μαθητών στα σοβαρότερα προβλήματα, και το 29% την απάθειά τους».
Ο Σάμιουελσον έχει δίκιο σε μεγάλο βαθμό. Εχει εξαπλωθεί μια νοοτροπία γρήγορου πλουτισμού και ευκολίας. Ισως τον τόνο να έδωσε η Wall Street, αλλά και οι πολιτικοί μας την ενεθάρρυναν. Και ίσως πολλοί από εμάς ήταν ευχαριστημένοι με την εύκολη ευημερία. Αναρωτηθείτε τι έκανε σπουδαίες τις παλαιότερες γενιές; Πρώτον, ότι τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν ήταν τεράστια: η ύφεση, ο ναζισμός, η σοβιετική απειλή. Δεύτερον, ότι οι ηγέτες εκείνων των γενεών ποτέ δεν φοβήθηκαν να ζητήσουν από τους Αμερικανούς να κάνουν θυσίες. Τρίτον, ότι οι γενιές εκείνες ήταν πρόθυμες να κάνουν θυσίες και να συσπειρωθούν για το καλό της χώρας. Και τέταρτον, ότι επειδή ακριβώς ήταν πρόθυμες να κάνουν δύσκολα πράγματα κέρδισαν την παγκόσμια ηγεμονία με τον μοναδικό τρόπο που είναι δυνατόν: λέγοντας «ακολουθήστε με». Συγκρίνετε τώρα αυτές τις γενιές με τις σημερινές. Οι ηγέτες της γενιάς μας ποτέ δεν τολμούν να πουν τη λέξη «θυσία». Ολες οι λύσεις πρέπει να είναι ανώδυνες. Ποιο φάρμακο προτιμάτε; Τα μέτρα τόνωσης της οικονομίας των Δημοκρατικών ή τις φοροαπαλλαγές των Ρεπουμπλικανών; Μια εθνική ενεργειακή πολιτική; Πολύ δύσκολο. Επί μία δεκαετία στέλναμε τα καλύτερα μυαλά όχι στις εταιρείες υψηλής τεχνολογίας, αλλά στις εταιρείες της Wall Street και πιστεύαμε ότι μπορούσαμε να ζήσουμε το αμερικανικό όνειρο χωρίς να αποταμιεύουμε και να επενδύουμε. Το μήνυμα της ηγεμονίας μας στον κόσμο ήταν «μετά από εσάς».
Ανήκω σε αυτούς που πιστεύουν ότι θα αρχίσουμε να ενδιαφερόμαστε για την πολιτική στις ΗΠΑ, όταν ο δημόσιος διάλογος μεταξύ Δημοκρατικών και Ρεπουμπλικανών παραδέχεται πως δεν μπορούμε να μειώσουμε το έλλειμμα χωρίς να αυξήσουμε τους φόρους και να μειώσουμε τις δαπάνες, πως δεν μπορούμε να ανταγωνιστούμε αν δεν ζητήσουμε από τους μαθητές περισσότερα, πως όσοι γονείς δεν βοηθούν τα παιδιά τους στη μελέτη τους ευθύνονται όσο και οι καθηγητές για την κακή απόδοσή τους। Η Κίνα και η Ινδία έφθασαν την Αμερική όχι μόνον με το φθηνό εργατικό τους δυναμικό και τα υποτιμημένα νομίσματά τους. Μας έφθασαν επειδή έχουν ελεύθερη αγορά όπως κι εμείς, πρόσβαση σε κεφάλαια και τεχνολογία όπως κι εμείς, αλλά προπαντός αξίες όπως οι παλαιότερες γενιές. Δηλαδή, την προθυμία να αναβάλουν την ικανοποίηση, να επενδύσουν στο μέλλον, να εργαστούν περισσότερο από τους άλλους και να ενσπείρουν στα παιδιά τους μεγάλες απαιτήσεις από τον εαυτό τους. Σε έναν πεζό κόσμο στον οποίο όλοι έχουν τα πάντα, οι αξίες είναι σημαντικότερες από ποτέ.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_economyagor_2_16/09/2010_415087
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου