Κυριακή 17 Δεκεμβρίου 2023

Η ΑΛΛΑΓΗ ΤΗΣ ΘΕΣΗΣ ΤΟΥ ΤΟΝΟΥ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ, ΚΑΙ Η ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΘΕΤΙΚΗΣ Η ΑΡΝΗΤΙΚΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ!*

Τοῦ Ἀντωνίου Α. Ἀντωνάκου, Καθηγητοῦ – Κλασικοῦ Φιλολόγου,
Ἱστορικοῦ – Συγγραφέως.
 
 Ὑπουργοὶ καὶ … ὑποῦργοι!
 
Ἡ Ἑλληνικὴ Γλῶσσα λειτουργοῦσε ἀνέκαθεν μὲ αὐστηροὺς κανόνες. Ὅταν ὅμως ἐπεβλήθη αὐτὴ ἡ διαστρεβλωμένη ἐκτρωματικὴ «δημοτικιά», ἡ ὁποία εἰρήσθω ἐν παρόδω οὐδεμία σχέση ἔχει μὲ τὴν ἀληθινὴ γλῶσσα τοῦ λαοῦ, τὴν πραγματικὴ δημοτική, μὲ τὶς ἀρχαιοελληνικὲς ρίζες, τὴν γ' κλίση της, τὴν ὀρθογραφία της, τὶς προθέσεις της κ.λπ., αὐτὸ ἄλλαξε. Καταργήθηκαν γραμματικὰ μέρη ἀλλὰ καὶ τμήματα τῶν μερῶν τοῦ λόγου, καταστρατηγήθηκαν καὶ ἄλλαξαν γραμματικοὶ κανόνες, διαστρεβλώθηκαν ὁρισμοὶ καὶ στοιχεῖα! Καὶ μαζὶ μὲ ὅλα αὐτά, ἐπεβλήθη καὶ ὁ τονισμὸς τῆς προπαραλήγουσας.
  Ἔτσι, ἀφοῦ βρήκαμε ἁλάτι, ἃς ρίξουμε καὶ στὰ λάχανα, ὅπως λέει κι ὁ λαὸς μας.
Ὅπως, λοιπὸν συμβαίνει μὲ ὁ,τιδήποτε νέο καὶ «προοδευτικό», ὁ τονισμὸς αὐτὸς ἔγινε τῆς μόδας, ὁπότε δὲν ἄργησε νὰ ἔλθει καὶ ἡ κατάχρηση. Τὰ πάντα τονίζονταν στὴν προπαραλήγουσα ἢ στὴν παραλήγουσα, ἀκόμη καὶ ὅταν δὲν ἔπρεπε διότι ὁ τονισμὸς ἦταν στὴν λήγουσα. «Ὀλύμπια» ἀντὶ «Ὀλυμπία», «ἄνηκε» ἀντὶ «ἀνῆκε» κ.λπ. Ἡ γλῶσσα ἔγινε πραγματικὴ κωμωδία. Ἀποτέλεσμα αὐτοῦ ἦταν ὁ εὐφυέστατος δημοσιογράφος Ν. Μέρτζος, ὅταν πήγαινε κάποιος νέος δημοσιογράφος γιὰ συνέντευξη ἢ «ρεπορτὰζ», τὸν ρωτοῦσε. «Ἐσὺ τώρα εἶσαι "δημοσιογράφος""δημοσιόγραφος", θέλοντας ἀπὸ τὴν θέση τοῦ τόνου νὰ ἀποκαλύψει τήν ... γλωσσικὴ κατάρτιση τοῦ νέου.
Θυμήθηκα ἀκόμη, μὲ ἀφορμὴ αὐτό, τὰ γέλια ποὺ κάνουμε κάθε φορὰ ποὺ βλέποντας τὴν περίφημη κωμωδία «μιᾶς πεντάρας νειάτα», ἀκοῦμε τὸν κινηματογραφικὸ πατέρα τῆς Ἕλλης Φωτίου, Νικήτα Πλατῆ, ὁ ὁποῖος ὑπεδύετο τὸν μπουζουξῆ Τσεβά, νὰ δηλώνει στὸν ἐρωτευμένο Ἀνδρέα Μπάρκουλη ὅτι θὰ τοῦ παίξει ἕνα τραγούδι νὰ τοῦ ἀνακουφίσει τὸν ἐρωτικὸ πόνο. Θὰ σοῦ παίξω, τοῦ λέει, τὸν «ἀνθρακώρυχο». Κι ὅταν τὸν διόρθωσαν ὅτι τὸ σωστὸ ἦταν «ἀνθρακωρύχος», τοὺς εἶπε τὸ ἀμίμητο... «Ἀνθρακώρυχος» κύριοι, ἔχει μεγαλύτερο ... βάθος!
Αὐτὰ τὰ ὀλίγα γιὰ τὸ ποὺ μπορεῖ νὰ φθάσει ἡ ἀνεξέλεγκτη χρήση τῆς ἀλλαγῆς τοῦ τόνου. Δὲν ἔχουν βεβαίως καταλάβει ὅτι ἀνέκαθεν ἡ Ἑλληνικὴ Γλῶσσα μὲ τὴν ἀναβίβαση τοῦ τόνου στὴν προπαραλήγουσα (κάτι ποὺ γίνεται κατὰ κόρον σήμερα στὴν νεοελλαδικὴ προοδευτικοδιάλεκτο) δήλωνε πάντοτε ἀρνητικὸ ἔργο. Π.χ. "Ὀρθογράφος" (καλὸ ἔργο) – "Ἀνορθόγραφος" καὶ ὄχι "ἀνορθογράφος" (κακὸ ἔργο). Στὴν Ἑλληνικὴ Γλῶσσα μας ὅμως, ὅταν δὲν ἐπεμβαίνουν οἱ βίαιοι νόμοι, ποὺ καταργοῦν κανόνες καὶ κλίσεις, διαστρεβλώνουν τονισμοὺς καὶ ἀλλοιώνουν λεκτικοὺς τύπους, ἡ ἀλλαγὴ τονισμοῦ λειτουργεῖ ὡς δείκτης τῆς ἀλλαγῆς τῆς ἐννοίας τῆς λέξεως. Ἃς ἐξετάσουμε, λοιπόν, λίγο αὐτὸ τὸ σημαντικὸ φαινόμενο!
Ὁ τόνος κατὰ τὸ λεξικὸ τοῦ Ἠσυχίου εἶναι «ἔντασις, ἰσχύς, δύναμις». Καὶ ἡ δύναμη αὐτὴ φαίνεται ἀπὸ τὴν θέση ποὺ τίθεται ὁ τόνος μέσα στὴν λέξη. Πράγματι ἀπὸ τὴν ἐξέταση τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης διαπιστώνουμε ὅτι «ὁ τονισμὸς τῶν λέξεων σὲ πολλὲς καὶ οὐσιώδεις περιπτώσεις ἀλλάζει τὴν ἔννοια τους, δίνοντας ἀναλόγως τὴν θετικὴ ἢ ἀρνητικὴ ἔννοια».
Εἶναι γνωστόν, παραδείγματος χάριν, (καὶ αὐτὴ ἡ παρατήρηση συμπληρώνει τὴν ἀμέσως προηγούμενη) ὅτι ἡ λέξη «ἔργον» συντιθέμενη μὲ ἕνα συνθετικὸ ἀποδίδει ἰδιότητα δημιουργώντας τὴν κατάληξη «-ουργὸς». Καὶ ἐδῶ ἔρχεται τὸ μεγαλεῖο τῆς Ἑλληνικῆς, ἡ ὁποία προστάζει: Ἐὰν τὸ ἔργο εἶναι γιὰ τὸ καλὸ τῶν ἀνθρώπων, τότε ἡ λέξη τονίζεται στὴν λήγουσα, καὶ παίρνει ὀξεία, ὅπως "μελισσουργός", "σιδηρουργός", "χειρουργός", "μουσουργός", "ἱερουργός", κ.λπ. Ὅταν ὅμως τὸ ἔργο ἦταν πρὸς βλάβη τοῦ ἀνθρώπου, τότε σιγὰ σιγὰ ὁ τόνος μετεφέρθη ἀπὸ τὴν λήγουσα στὴν παραλήγουσα, καὶ ἀπὸ ὀξεία ἔγινε περισπωμένη. Π.χ. "κακοῦργος", "πανοῦργος", "ραδιοῦργος" [ραδιοῦργον μηχανὰς κατασκευάζοντα (Σχολιαστὴς Σοφοκλέους)]. Γι' αὐτὸ τὸν λόγο π.χ. δέν πρέπει νὰ ἀποκαλοῦμε ἀνεξέλεγκτα ἕναν γιατρὸ «χειροῦργο» ἀλλὰ «χειρουργὸ»! Διότι «χειρουργὸς» εἶναι ὁ καλὸς γιατρός, ὁ ὁποῖος κάνει τὸ καλὸ ἔργο, τὴν καλὴ ἐγχείρηση ἐπ' ὠφελεία τοῦ ἀσθενοῦς, ἐνῶ «χειροῦργος» εἶναι ὁ γιατρὸς ποὺ δὲν προσέχει πάντοτε, αὐτὸς ποὺ σὲ κάποιες περιπτώσεις ὁ θυμόσοφος λαὸς μας ἀποκαλεῖ «χασάπη»!
Ὁ τρόπος αὐτὸς τοῦ τονισμοῦ συνεχίσθηκε καὶ στὴν ρωμαϊκὴ περίοδο. Καὶ θὰ ἀναφέρω ἕνα ἀκόμη παράδειγμα. Ἡ λέξη «rufus» στὰ λατινικὰ σήμαινε «αὐτὸν ποὺ ἔχει τὸ χρῶμα τῆς φωτιᾶς», δηλαδὴ τὸν κοκκινοπρόσωπο. Οἱ Ρωμαῖοι μάλιστα, οἱ ὁποῖοι ἔβαζαν συχνὰ κάποιο παρατσούκλι στὰ ὀνόματά τους [π.χ. Μᾶρκος Τούλιος Κικέρων (=Ρεβύθης)], πρόσθεταν καὶ τὸ προσωνύμιο «Ρούφος». συχνὰ στὰ ὀνόματά τους. Ἔτσι ἔχομε Κούρτιο Ρούφο, Ρουτίλιο Ρούφο, Σουλπίκιο Ρούφο κ.λπ.
Κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ σπουδαίου Ρωμαίου αὐτοκράτορος τῆς δυναστείας τῶν Ἀντωνίνων, Τραϊανοῦ, στὰ 98-117 μ.Χ., ζοῦσε στὴν ἑλληνικὴ πόλη Ἔφεσο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἕνας γιατρὸς ποὺ εἶχε τὸ ὄνομα Ρούφος. Ἦταν πράγματι ἕνας ἐξαίρετος γιατρός, ὁ ὁποῖος ἔγραψε πολλὰ ἰατρικὰ συγγράμματα καὶ διεκρίθη στὴν εἰδικότητά του.
Τόσο διάσημος μάλιστα ὑπῆρξε ὁ γιατρὸς αὐτός, ποὺ οἱ μαθητὲς του δὲν ὀνομάζονταν ἁπλῶς γιατροί, ὅπως οἱ ἄλλοι συνάδελφοί τους, ἀλλὰ ἡ εἰδικότης τοῦ ἐπαγγέλματός τους πῆρε τὸ ὄνομά της ἀπὸ τὸν σπουδαῖο δάσκαλό τους. Ἔτσι αὐτοὶ ἀπεκαλοῦντο «Ρουφιανοὶ ἰατροὶ» ἢ ἁπλῶς «Ρουφιανοί». Διακρίθηκαν κι ἐκεῖνοι, ὅπως καὶ ὁ δάσκαλός τους ὁ Ρούφος στὸ ἰατρικό τους λειτούργημα! Ἐξ ἄλλου «μ' ὅποιον δάσκαλο καθίσεις τέτοια γράμματα θὰ μάθεις»!
Ὡρισμένοι ἀπὸ αὐτούς, ὅμως, παρασυρμένοι ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη φύση τους, πρόδιδαν τὸ λειτούργημά τους, διότι, λόγω τῆς φύσεως αὐτοῦ, ἦσαν σὲ θέση νὰ μαθαίνουν πολλὰ μυστικὰ τῶν γυναικῶν, τὶς ὁποῖες εἶχαν πελάτισσές τους. Ἔτσι μερικοὶ ἀσυνείδητοι ἀπ' αὐτοὺς κάποιες φορὲς τὶς ἐξεβίαζαν καί, ξεχνώντας τὴν ἐπιστημονικὴ ἀπο­στολή, τήν ἰατρικὴ δεοντολογία καὶ τὸν ὅρκο τους, ἀνακατεύονταν σὲ ὑποθέσεις ποὺ δὲν εἶχαν καμμία σχέση μὲ τὴν ἐπιστήμη τους. Ἔτσι, ἢ λέξη «Ρουφιανός», κατὰ τὴν συνήθη τακτικὴ τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης, μὲ ἕνα ἀνέβασμα τοῦ τόνου στὴν παραλήγουσα, πῆρε τὴν κακὴ – ἀρνητικὴ σημασία μὲ τὴν ὁποία τὴν χρησιμοποιοῦμε σήμερα, δηλαδὴ «ρουφιᾶνος».
Ἡ ἀναβίβαση τοῦ τόνου, ὅμως, δὲν δίνει μόνο τὴν θετικὴ ἢ ἀρνητικὴ ἔννοια, τὴν καλὴ ἢ τὴν κακὴ σημασία ἀλλὰ διαφοροποιεῖ καὶ τὴν τελειότητα ἀπὸ κάτι τὸ κοινό! Ἃς παρατηρήσουμε, γιὰ παράδειγμα, λίγο τὴν λέξη «Λυκούργος», ἡ ὁποία προέρχεται μὲ τὴν σειρὰ τῆς ἀπὸ τὶς λέξεις λύκη (=φῶς) + ἔργον. Ἡ λέξη αὐτὴ τονίζεται στὴν παραλήγουσα. Ἀπὸ τὴν «λύκη» μάλιστα, προέρχεται καὶ ἡ λέξη «λυκόφως», ὅπως καὶ ἡ λέξη «ἀμφιλύκη». [Λύκη τὸ φῶς. Ἀμφιλύκη, ἡ μήποτε πεφωτισμένη νύξ, ὁ βαθὺς ὄρθρος. (Ἐτυμολογικὸ Γουδιανὸ Λεξικό)]. Αὐτό, ὅμως, δὲν σημαίνει ὅτι ὁ Λυκούργος εἶχε ὄνομα ἀρνητικό. Ἁπλῶς, ὁ τρόπος αὐτὸς τοῦ τονισμοῦ, συνεχίσθηκε καὶ σὲ ἕναν ἄλλο τομέα. Ὄχι μόνο σὲ αὐτὸν τῆς ἀλλαγῆς μιᾶς θετικῆς ἐννοίας σὲ ἀρνητικὴ ἀλλὰ καὶ σ' αὐτὸν τῆς διαφοροποίησης, μιᾶς ἰδιαίτερης λέξης, ποὺ ἀπεδίδετο σὲ κάποιον ἀπὸ μία ἄλλη ποὺ διεχώριζε τοὺς ὑπολοίπους. Ἡ ἀλλαγὴ αὐτὴ ἐγίνετο γιὰ νὰ προσδώσει τὴν διαφορὰ ἀπὸ κάτι μοναδικό.
Ἂν ἐξετάσουμε, γιὰ παράδειγμα, τὴν λέξη «Λυκούργος», ποὺ σημαίνει «τὸν πράττοντα τὸ ἔργο τοῦ φωτὸς» θὰ παρατηρήσουμε ὅτι τονίζεται στὴν παραλήγουσα. Αὐτὸ δὲν συμβαίνει βεβαίως, διότι ὁ Λυκούργος κάνει κακὸ ἔργο. Τὸ ἀντίθετο. Ἡ ἀλλαγὴ τῆς θέσης τοῦ τόνου συμβαίνει, διότι θεωρητικὰ τὸ ἀληθινὸ ἔργο τοῦ φωτός, ἐφ' ὅσον ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς εἶναι Φῶς, μόνον ἡ Θεία Δύναμις θὰ μποροῦσε νὰ τὸ πράξει, δηλαδὴ μόνον ἡ Θεία Δύναμις, ὁ Θεός, θὰ μποροῦσε νὰ ἔχει τὴν καλὴ ἔννοια καὶ νὰ εἶναι Λυκουργός. Ὁ ἄνθρωπος, ἑπομένως, ἐπειδὴ δὲν εἶναι θεός, θὰ φέρει αναγκαστικά τὸ ὄνομα «Λυκούργος», γιὰ νὰ μὴ ταυτισθεῖ μὲ τὸ «θεῖο» καὶ νὰ διαχωρίζεται ἀπ' αὐτό.
Κατ' ἐπέκτασιν δὲ τούτου, ὁ,τιδήποτε συνδέεται μὲ τὸ καλό, μὲ μοναδικὸ τρόπο θὰ τονισθεῖ στὴν λήγουσα. Π.χ. ὁ (Ἰησοῦς) Χριστός, ποὺ εἶναι ἡ προσωποποίηση τοῦ καλοῦ τονίζεται στὴν λήγουσα. Ὅποιος ὅμως ἔχει τὸ ὄνομά Του ὀνομάζεται Χρίστος, ἐπειδὴ δὲν μπορεῖ νὰ ταυτισθεῖ μὲ τὸ ἀπόλυτο καλὸ καὶ νὰ διαχωρίζεται ἀπὸ Αὐτόν, τὸν μοναδικό. Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ γιὰ τὴν ἴδια αἰτία χαρακτηρίζονται καὶ ὀνόματα ἀποδιδόμενα σὲ ἰδιότητες του Θεοῦ. Ὁ Θεὸς π.χ. εἶναι Λαμπρός, μέχρι σήμερα ὅμως ὅσοι θέλουν νὰ ἔχουν στὸ ὄνομά τους αὐτή Του τὴν ἰδιότητα, φέρουν τὸ ὄνομα «Λάμπρος». Τὸ σύμβολο, ἀκόμη, τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὁ Σταυρός. Οἱ φέροντες, ὅμως, αὐτὸ τὸ χαρακτηριστικὸ ἀποκαλοῦνται μὲ τὸ ὄνομα «Σταῦρος»!
Ἃς κλείσουμε, ὅμως, τὸ σημερινό μας ἄρθρο μὲ μία σκέψη, ἡ ὁποία ἐκ πρώτης ὄψεως θὰ μᾶς κάνει νὰ εὐθυμήσουμε, ἂν ὅμως τὴν ἐξετάσουμε προσεκτικώτερα θὰ δοῦμε ὅτι ὑπάρχουν στοιχεῖα ἀληθείας καὶ ἂν ἡ γλῶσσα λειτουργοῦσε ἀβίαστα καὶ ὄχι μέσω νόμων, ἴσως νὰ εἴχαμε ἄλλα ἀποτελέσματα. Ὑπάρχει, λοιπόν, μία βαρύγδουπη λέξη, στὴν Ἑλληνικὴ Γλῶσσα. Εἶναι ἡ λέξη «ὑπουργὸς». Ἐκ προοιμίου, ὅταν δημιουργήθηκε αὐτὴ ἡ λέξη, τῆς ἐδόθη ὁ τονισμὸς τῆς ληγούσης, διότι ὁ δημιουργὸς αὐτῆς δὲν μποροῦσε νὰ διανοηθεῖ ὅτι ἡ λέξη «ὑπουργός», ποὺ στὴν Κλασικὴ Ἑλληνικὴ Γλῶσσα σημαίνει τὸν ὑπηρετοῦντα κάποιον, τὸν "βοηθὸ" (προέρχεται ἐκ τοῦ «ὑπὸ-ἐργός») θὰ κατέληγε νὰ ἔχει ἀρνητικὴ σημασία. Ἀναφέρω μία ἀπὸ τὶς ἑκατοντάδες παραπομπὲς τῆς λέξεως ποὺ πιστοποιοῦν τὴν θετικὴ καὶ μόνο σημασία της. Στὰ «Σχόλια στὸν Πίνδαρο», (2,1,12.) π.χ. ἀναφέρεται ὅτι «ἀναξιφόρμιγγες ἤγουν ἄνακτες τῆς φόρμιγγος· ὑπουργὸς γὰρ ἡ φόρμιγξ τῶν ὕμνων καὶ πρὸς αὐτοὺς αὐτὴ ἁρμόζεται». «Ἡ φόρμιγξ λοιπὸν εἶναι βοηθὸς τῶν ὕμνων».
Ἡ σημασία λοιπὸν τῆς λέξεως προκύπτει ἀπὸ τοὺς ὑπουργοὺς ὡς βοηθούς. Βεβαίως δὲν ἐννοεῖ βοηθοὺς στὸ "μαζὶ τὰ φάγαμε" ἀλλὰ βοηθοὺς στὴν ἐπίλυση τῶν προβλημάτων τοῦ λαοῦ, λόγω τῶν γνώσεων, τοῦ ἤθους καὶ τῆς ἀποφασιστικότητας, ποὺ πρέπει αὐτοὶ νὰ ἔχουν!
Μὲ τὰ τόσα ὅμως ποὺ ἔχουμε δεῖ γιὰ ὑπουργοὺς ποὺ ἔκλεψαν τὰ χρήματα τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ, παίρνοντας μίζες, γιὰ προσωπικὸ ὄφελος, καὶ μάλιστα μὲ νόμο «περὶ εὐθύνης» τους, ποὺ στὴν πράξη τοὺς ἀπαλλάσσει πάσης εὐθύνης, πρέπει νὰ διαφοροποιηθοῦν αὐτοὶ ἀπὸ τοὺς ἄλλους, τοὺς καλοὺς ὑπουργούς, ποὺ κάνουν πραγματικὰ καλὸ ἔργο.
Κι οἱ δεύτεροι μὲν νὰ ἀποκαλοῦνται «ὑπουργοὶ», διότι τὸ ἔργο τους ἀποβαίνει ἐπ' ὠφελεία τοῦ λαοῦ. Ἐκεῖνοι ὅμως, οἱ ἄλλοι, οἱ κλέφτες, πρέπει νὰ λέγονται «ὑπούργοι»! Ἴσως ἔτσι, διὰ τῆς γλώσσης ἀποκατασταθεῖ καὶ μία ἠθικὴ δικαιοσύνη. Νὰ χαρακτηρίζονται οἱ κλέφτες καὶ ταυτοχρόνως νὰ διαφοροποιοῦνται ἀπὸ τοὺς καλοὺς μὲ μία ἁπλὴ ἀλλαγὴ τοῦ τονισμοῦ τῆς λέξεως, ἐφαρμόζοντας ἔστω καὶ μία φορὰ τοὺς νοητικοὺς κανόνες τῆς ἑλληνικῆς Γλώσσης.
Γιὰ παράδειγμα, στὶς ἀρχὲς τοῦ 20ού αἰῶνα ἔχουμε ἕναν Ὑπουργὸ Ναυτικῶν, ὁ ὁποῖος χειρίζεται τὸ θέμα τῆς ἀγορᾶς τῆς ναυαρχίδος τοῦ ἑλληνικοῦ στόλου, τοῦ θωρηκτοῦ "Ἀβέρωφ". Εἶναι ὁ Ὑπουργὸς Ἰωάννης Δαμιανός, ὁ ὁποῖος ἐχειρίσθη τὸ ὅλο ζήτημα χαμηλώνοντας τὸ ἀρχικὸ κόστος κατὰ 2 ἑκατομμύρια χρυσὲς δραχμές, σὲ σχέση μὲ τὸ ἀντίτιμο, τὸ ὁποῖο πλήρωσε στὴν κατασκευάστρια ἑταιρεία ἡ ἰταλικὴ Κυβέρνηση γιὰ δύο πρῶτα παρόμοια σκάφη, ποὺ ἐπρομηθεύθη ἡ ἴδια.
Φυσικὰ τὸν Ὑπουργὸ Δαμιανὸ δὲν τὸν γνωρίζετε, διότι δὲν ὑπάρχει στὰ βιβλία, δὲν προβάλλεται ὡς πρότυπο κ.λπ. Ἐχειρίσθη ἕνα θέμα ὄχι μόνο ἐθνικῆς ἀσφαλείας καὶ ἀμύνης ἀλλὰ ταυτοχρόνως καὶ πολλῶν χρημάτων. Ἕνα θέμα ἀντίστοιχο μὲ αὐτὸ ποὺ χειρίσθηκε ὁ μακαρίτης "δημοκράτης Τσοχατζόπουλος", ὁ καταδικασθείς! Ἕνα μικρὸ τμῆμα τοῦ Τσοχατζοπούλειου "ἀργυρίου", τῆς μίζας δηλαδή, ἔχει εὑρεθεῖ καὶ καταλογισθεῖ. Τὰ ὑπόλοιπα εὑρίσκονται σὲ ἄγνωστα τραπεζικὰ θησαυροφυλάκια κι ὅλοι ἐμεῖς ὑφιστάμεθα σήμερα τὶς οἰκονομικὲς συνέπειες αὐτοῦ τοῦ ἐλλείμματος.
Τότε ὁ ὑπουργὸς Δαμιανὸς ἀγόραζε γιὰ τὸ συμφέρον τῆς πατρίδος τὸ ἰσχυρότερο πλοῖο, μὲ τὴν μεγαλύτερη δύναμη πυρός, ἐπιτυγχάνοντας ταυτοχρόνως μείωση τοῦ κόστους καὶ ἀντισταθμιστικὰ ὀφέλη γιὰ τὴν Ἑλλάδα. Στὰ χρόνια μας οἱ σύντροφοι ἀγόραζαν "ὑποβρύχια ποὺ γέρνουν","ἀεροσκάφη γυμνὰ συστημάτων καὶ πυρομαχικῶν" μὲ "προσωπικὰ" ἀντισταθμιστικὰ ὀφέλη ἀργυρίου! Ὑπῆρχε βεβαίως κι ἕνας Ἰωάννης Μεταξᾶς, ὁ ὁποῖος ἐνεφανίσθη στὸν Γκράτσι, καθ' ὁμολογίαν τοῦ ἰδίου μὲ μία φθηνὴ ρόμπα, ἐνῶ σήμερα διάφοροι πρώην καὶ νῦν ὑπουργοὶ ξόδευαν χιλιάδες ευρώ γιὰ ἀνακαινίσεις, κουρτίνες, ἔπιπλα, πίνακες κ.λπ. Τότε στὰ ὑπουργικὰ γραφεῖα ὑπῆρχαν ΕΛΛΗΝΕΣ. Σήμερα ὑπάρχουν "γκόλντεν μπόϋς".
Γνωρίζουμε ὅτι ἡ Ἑλληνικὴ Γλῶσσα εἶναι σοφή. Ἂν τὴν χρησιμοποιούσαμε σωστά, θὰ μπορούσαμε νὰ εἴμαστε καὶ σαφέστεροι στὶς ἐκφράσεις μας. Προτείνω λοιπὸν αὐτοί, τῶν ὁποίων τὸ ἔργο ἀποβαίνει ἐπ' ὠφελεία τοῦ λαοῦ, νὰ ἀποκαλοῦνται «ὑπουργοὶ». Ὅλοι οἱ ἄλλοι, ὅμως, οἱ ὁποῖοι καταχρῶνται τὰ χρήματα καὶ τοὺς κόπους τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ καὶ τὰ λαμβάνουν σὲ μορφὴ «μίζας», πρέπει νὰ λέγονται «ὑποῦργοι»! Καὶ τὸ ἴδιο νὰ γίνεται καὶ μὲ τὰ σύνθετά τους. Νὰ ὑπάρχουν δηλαδὴ ὄχι μόνο «ὑποῦργοι» ἀλλὰ καὶ «πρωθυποῦργοι» καὶ «ὑφυποῦργοι».
Ἴσως ἔτσι, διὰ τῆς γλώσσης ἀποκατασταθεῖ καὶ μία ἠθικὴ δικαιοσύνη. Νὰ χαρακτηρίζονται δηλαδὴ οἱ κλέφτες καὶ ταυτοχρόνως νὰ διαφοροποιοῦνται ἀπὸ τοὺς καλοὺς μὲ μία ἁπλὴ ἀλλαγὴ τοῦ τονισμοῦ τῆς λέξεως, ἐφαρμόζοντας ἔστω καὶ μία φορὰ τοὺς νοητικοὺς κανόνες τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης.
 
Οργανισμός για την Διάδοση της Ελληνικής Γλώσσας
===================
Πόσοι γνωρίζουν ότι ο Κορνήλιος Καστοριάδης, o Aντώνης Σαμαράκης, ο Οδυσέας Ελύτης , ο Γιάννης Τσαρούχης, ο Ιωάννης Γαβριηλίδης, ο Δημήτρης Χόρν και παρά πολλοί άλλοι απο το χώρο των γραμμάτων του πνεύματος και της τέχνης, ήταν εναντίον της κατάργησης της πολυτονικής γραφής της Ελληνικής γλώσσας ;
" Ἂν δὲν θέλετε, κύριοι τοῦ ὑπουργείου, νὰ κάνετε φωνητικὴ ὀρθογραφία, τότε πρέπει ν’ ἀφήσετε τοὺς τόνους καὶ τὰ πνεύματα, γιατὶ αὐτοὶ ποὺ τοὺς βάλανε ξέρανε τὶ κάνανε. Δὲν ὑπῆρχαν στὰ ἀρχαῖα ἑλληνικά, γιατὶ ἁπλούστατα ὑπῆρχαν μέσα στὶς ἴδιες τὶς λέξεις. Αὐτοί, οἱ Κριαρᾶς καὶ οἱ ἄλλοι, τὰ κτήνη τὰ τετράποδα ποὺ ἔκαναν αὐτὲς τὶς μεταρρυθμίσεις —αὐτὸ παρακαλῶ νὰ γραφεῖ στὶς ἐφημερίδες— δὲν ξέρουν τὶ εἶναι γλώσσα. Δὲν ξέρουν αὐτὸ ποὺ γνώριζε ἡ κόρη μου στὰ τρία της χρόνια. Μάθαινε μία λέξη καὶ μετὰ ἔψαχνε γιὰ τὶς συγγενεῖς της. Αὐτὸ εἶναι μιὰ γλώσσα. Ἕνα μάγμα, ἕνα πλέγμα, ὅπου οἱ λέξεις παράγονται οἱ μὲν ἀπὸ τὶς δέ, ὅπου οἱ σημασίες γλιστρᾶνε ἀπὸ τὴ μία στὴν ἄλλη, εἶναι μιὰ ὀργανικὴ ἑνότητα ἀπὸ τὴν ὁποία δὲν μπορεῖς νὰ βγάλεις καὶ νὰ κολλήσεις πράγματα, δυνάμει μιᾶς ψευτοκυβέρνησης, καθισμένος σ’ ἕνα γραφεῖο στὸ ὑπουργεῖο Παιδείας. Ἡ κατάργηση τῶν τόνων καὶ τῶν πνευμάτων εἶναι ἡ κατάργηση τῆς ὀρθογραφίας, ποὺ εἶναι τελικὰ ἡ κατάργηση τῆς συνέχειας. Ἤδη, τὰ παιδιὰ δὲν μποροῦν νὰ καταλάβουν Καβάφη, Σεφέρη, Ἐλύτη, γιατὶ αὐτοὶ εἶναι γεμάτοι ἀπὸ τὸν πλοῦτο τῶν ἀρχαίων ἑλληνικῶν. Δηλαδή, πᾶμε νὰ καταστρέψουμε ὅ,τι κτίσαμε. Αὐτὴ εἶναι ἡ δραματικὴ μοίρα τοῦ σύγχρονου ἑλληνισμοῦ.
Κορνήλιος Καστοριάδης
Κάθε ἔξωθεν ἐπέμβαση δὲν εἶναι μόνο ἐγκληματικὴ εἰς βάρος τῆς γλώσσας, δηλαδὴ εἰς βάρος ἑνὸς πολύτιμου ἐθνικοῦ κυττάρου, ἀλλὰ εἶναι καὶ βλακώδης. Μία ἀπὸ τὶς πρόσφατες δυναμιτιστικὲς ἀπόπειρες ἐναντίον τῆς γλώσσας μας εἶναι καὶ τὸ περιβόητο μονοτονικό.
Ἀντώνης Σαμαράκης
Ὅταν μεγάλοι λαοί, σὰν τοὺς Κινέζους, τοὺς Ἰάπωνες ἢ τοὺς Ἄραβες,
κρατᾶνε ὅλα τὰ ἱερογλυφικά τους ἐπὶ αἰῶνες,
γιατί πρέπει ἄραγε ὁ μέσος Ἕλληνας
νὰ βαριέται ποὺ ζεῖ καὶ νὰ μὴν κοπιάζει νὰ βάζει τὴν περισπωμένη;
Γιάννης Τσαρούχης
Οἱ «μονοτονικοὶ» ἔχουν κάποια ἐπιχειρήματα: πρῶτον, λέγουν, ἡ ἀρχαία ἑλληνικὴ στὴν κλασσικὴ περίοδο δὲν εἶχε τόνους· δεύτερον, πρέπει νὰ ἀπαλλαγοῦν οἱ Ἕλληνες ἀπὸ τὸν πρόσθετο πνευματικὸ μόχθο συγκρατήσεως πολλῶν κανόνων τονισμοῦ καὶ «πνευματώσεως» τοῦ λόγου.
Γιὰ τὸ πρῶτο σημεῖο θὰ εἴχαμε νὰ ποῦμε, ὅτι κάποτε οἱ πρόγονοί μας ἔγραφαν «βουστροφηδὸν» καὶ χωρὶς ἀποστάσεις ἀνάμεσα στὶς λέξεις, ἡ γραφὴ ὅμως δὲν ἔμεινε στὸ σύστημα ἐκεῖνο, ἐξελίχθηκε, ἐξελίσσεται διαρκῶς. Ἐξάλλου, ἡ ἀνάγκη τονισμοῦ τῶν λέξεων πρόεκυψε ἀπὸ τὴν ἐποχὴ ἀκόμη τοῦ Ἡρακλείτου (500 π.Χ.), ἀπασχόλησε τοὺς εἰδικοὺς 1.200 περίπου χρόνια, ὥσπου ἐκεῖνοι νὰ καταλήξουν στὸ γνωστὸ πολυτονικὸ σύστημα, τὸ ὁποῖο συνέδεε συμβολικὰ τὴν προφορὰ τῆς ἐποχῆς μὲ τὴν ἀρχαία προσωδία.
Τὸ δεύτερο ἐπιχείρημα τῶν «μονοτονικῶν» διέπεται ἀπὸ τὸ ἰδανικὸ τῆς «ἐλαφρᾶς πνευματικῆς διαίτης», ἀπὸ τὴν ὁποία μᾶλλον δὲν μποροῦν νὰ προέλθουν εὔρωστοι πνευματικῶς ἄνθρωποι.
Ἰωάννης Γαβριηλίδης (Ἡ ἀνεπάρκεια τῆς ἑλληνικῆς Γλωσσικῆς Ἐπιστήμης)
Οἱ ποιητὲς καὶ οἱ λογοτέχνες δίνουν τὴν φυσιογνωμία τοῦ ἔθνους. Αὐτὴ λοιπὸν τὴ φυσιογνωμία ἐπιχειροῦν σήμερα νὰ τὴν παραμορφώσουν. Δὲν ἔχουμε φυσιογνωμία ἑλληνική.
Ὑπάρχει μιὰ νοοτροπία ποὺ θέλει νὰ τὰ ἁπλοποιήσει ὅλα. Κι ἀναρωτιέμαι γιατὶ; Γιατί οἱ ἄνθρωποι δὲν πρέπει νὰ μοχθοῦν; Γιατί ὁ καρπὸς τοῦ μόχθου περιφρονεῖται τόσο πολύ, ἐνῷ τόσο ἀνάγκη τὸν ἔχουμε τώρα εἰδικὰ ποὺ ἀνήκουμε στὴν Εὐρώπη καὶ χρειαζόμαστε ὅσο ποτὲ ἄλλοτε τὰ πνευματικὰ ὅπλα; Αὐτὴ ἡ νοοτροπία τῆς ἁπλοποιήσεως μᾶς ἔχει ὁδηγήσει στὸ σημεῖο νὰ κακοποιοῦμε καὶ νὰ ἐκχυδαϊζουμε τὰ πάντα. Εἶναι ἀπελπιστικό, ὀδυνηρό, γιὰ νὰ μὴν πῶ θανατηφόρο.
Ἀναρωτιέται λοιπὸν κανεὶς τί θὰ παραλάβει καὶ ἀπὸ ποιούς ἡ νέα γενιὰ μὲ τὴν ὁποία τόσο πολὺ ἀσχολεῖται ἡ παροῦσα κατάσταση. Τί σκοπὸ ἔχουν ἄραγε οἱ ὑπεύθυνοι ποὺ μεταχειρίζονται τόσο ἄσχημα τὴν γλώσσα; Τί τέλος πάντων θέλουν νὰ παραδώσουν καὶ ἀπὸ ποιούς τὸ παρέλαβαν;
Ὕβρις καὶ τίποτε ἄλλο χαρακτηρίζει τὴν παροῦσα κατάσταση. Ὕβρις καί, δυστυχῶς, τῆς ὕβρεως, πάντοτε ἕπεται ἡ Νέμεσις. Τώρα βέβαια μιλᾶμε περὶ πολιτιστικοῦ κόσμου, περὶ πολιτιστικῶν ἐκδηλώσεων. Τί θὰ πεῖ πολιτιστικὸ; Παίζουμε μὲ τὶς λέξεις. Λέμε λέξεις. Καὶ βεβαίως πίσω ἀπ’ αὐτὲς τὶς λέξεις δὲν ὑπάρχει τίποτε ἄλλο παρὰ ἕνας μοναδικὸς σκοπός: Ἡ ἐρείπωση τῆς γλώσσας, ἡ κατάργηση τῶν ἐννοιῶν, ὥστε οἱ ἄνθρωποι οὔτε νὰ συνεννοοῦνται, οὔτε νὰ μποροῦν νὰ σκέφτονται. Γιατὶ μόνον ἔτσι θὰ μποροῦν ὁρισμένοι νὰ κάνουν τὴν δουλειά τους: Νὰ θάψουν τὸν τόπο. (...) Εἶμαι Ἕλληνας, γι’ αὐτὸ πονῶ καὶ ὑποφέρω γιὰ ὅ,τι βλέπω μπροστά μου. Γιὰ ὅ,τι αἰσθάνομαι νὰ ἔρχεται.
Δημήτρης Χὸρν
(απο την ιστοσελίδα polytoniko.org)
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: